Με νόμους του 1970 και του 1980, με απηρχαιωμένες αντιλήψεις και πρακτικές και με την λογική του «ο φαρμακοποιός, είναι πίσω από τον πάγκο και απλώς πουλά φάρμακα», εξακολουθούν να λειτουργούν τα φαρμακεία στην Κύπρο, τη στιγμή που, όπως τονίζει σε συνέντευξη του στον «Φ» ο πρόεδρος του Τμήματος Επιστημών Υγείας, αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Χρίστος Πέτρου, «τα φαρμακεία στον υπόλοιπο κόσμο έχουν μετεξελιχθεί σε μονάδα παροχής πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας».
«Είναι αποδεδειγμένο μέσα από μελέτες, αλλά και από οικονομικά δεδομένα κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι η αμειβόμενη παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας από τα φαρμακεία μειώνει τις δαπάνες υγείας και συνεισφέρει στη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας», ανέφερε ο κ. Πέτρου και εξήγησε: «Η παροχή κινήτρων στα φαρμακεία (και η ανάλογη πιστοποίηση φαρμακείων/φαρμακοποιών) για παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας στο ΓεΣΥ θα συνεισφέρει στη βιωσιμότητα του συστήματος. Θα συνεισφέρει στη μείωση της πολυφαρμακίας, στην ορθολογική χρήση των φαρμάκων, στην αντιμετώπιση ανεπιθύμητων ενεργειών, στην έγκαιρη διάγνωση και παραπομπή κ.ο.κ».
Η νομοθεσία που διέπει τηλειτουργία των φαρμακείων και των φαρμακοποιών, χρονολογείται προπολεμικά, είπε ο κ. Πέτρου, παραπέμποντας μάλιστα και σε πρόνοιες του νόμου οι οποίες αποδεικνύουν του λόγου το αληθές: «Μιλώντας για την φαρμακευτική νομοθεσία υπάρχει ανάγκη για συνολική αναθεώρηση. Αρκεί να σας πω ότι μόλις προ διετίας καταφέραμε με την βούληση της προέδρου του Παγκύπριου Φαρμακευτικού Συλλόγου να αλλάξει ο κώδικας δεοντολογίας των φαρμακοποιών για πρώτη φορά από το 1970, ενώ η νομοθεσία περί φαρμακοποιών χρονολογείται προπολεμικά. Χαρακτηριστικά αναφέρει ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο «δύναται να διατάξη όπως ο Φαρμακοποιός πληρώση υπό τύπον προστίμου ποσόν μη υπερβαίνον τας πεντακοσίας λίρας». Νομίζω δεν χρειάζεται να πούμε κάτι άλλο».
Αυτό, τόνισε, «δεν μπορεί να συνεχίζεται και στην σύγχρονη εποχή». Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, είπε, «το φαρμακείο έχει μετατοπίσει το επίκεντρο των δράσεων του από το φάρμακο (προϊόν) και την απλή προμήθειά του για την αντιμετώπιση του ασθενούς ή στην εκτέλεση συνταγών γαληνικών σκευασμάτων, σε ένα κέντρο παροχής υπηρεσιών υγείας με επίκεντρο τον ασθενή. Τα φαρμακεία έχουν μετατραπεί σε κέντρα πρωτοβάθμιας φροντίδας και αποτελούν πλέον μέλη ενοποιημένων ιατρικών-φαρμακευτικών δικτύων, παρέχοντας ένα σημαντικό φάσμα υπηρεσιών. Το μοντέλο λοιπόν αλλάζει, και πρέπει να περάσει από τον εγκλωβισμό της φαρμακευτικής φροντίδας του «επίκεντρο το ΓεΣΥ (προϊόν/κουτί)», στον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα όπου η φροντίδα πρέπει να εστιάζεται και στο υγιές άτομο, στην πρόληψη και ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Οι ρόλοι, τα καθήκοντα και οι ευθύνες πλέον των φαρμακοποιών ενσωματώνουν νέες δεξιότητες που αποκτούν οι νέοι φαρμακοποιοί και αντανακλούν τις νέες κοινωνικές απαιτήσεις και προκλήσεις της υγείας. Όραμα της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Φαρμακευτικής, είναι να δούμε τους κοινοτικούς φαρμακοποιούς να αναγνωρίζονται ως βασικοί επαγγελματίες υγείας, κάτι που γίνεται ήδη σε πολλές χώρες. Στην Ελλάδα αυτό έγινε με νομοθετική ρύθμιση το 2019, έτσι «οι αδειούχοι φαρμακοποιοί μπορούν να προβαίνουν σε συγκεκριμένες πράξεις πρωτοβάθμιας υγείας με στόχο την απρόσκοπτη συνέχεια της φροντίδας του πληθυσμού σε πρωτοβάθμιο επίπεδο και την εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού της χώρας». Η ρύθμιση έδωσε στους φαρμακοποιούς το δικαίωμα να κάνουν εμβολιασμούς, όπως για παράδειγμα για την γρίπη, αλλά και αντιτετατικό ορό, γεγονός που μετέτρεψε τα φαρμακεία σε μονάδες πρωτοβάθμιας υγείας, όπως και στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. Είναι αποδεκτό από μελέτες ότι η συνεισφορά των φαρμακοποιών στην πρωτοβάθμια φροντίδα συμβάλλει στη μείωση των ανισοτήτων και στη μείωση του κόστους στην υγεία»
Παράλληλα όμως με την αλλαγή του ρόλου τους, οι φαρμακοποιοί έχουν να αντιμετωπίσουν κι άλλες προκλήσεις. Όπως εξηγεί ο κ. Πέτρου, «ο κλάδος έχει να αντιμετωπίσει ρυθμιστικές και οικονομικές προκλήσεις καθώς και νέες απαιτήσεις που προκύπτουν από τη τεχνολογική και επιστημονική εξέλιξη. Η φαρμακευτική σήμερα, ως επιστήμη, δεν είναι η ίδια που ήταν πριν δέκα ούτε καν πριν πέντε χρόνια. Είναι μια διαρκώς εξελισσόμενη επιστήμη και υπάρχει ανάγκη προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση: η συνεχής προσαρμογή, και αυτή η προσαρμογή με το σήμερα ή το αύριο δεν μπορεί να γίνεται με νομοθεσίες και όρους του ‘70 του ‘80. Οι βασικές νομοθεσίες που ρυθμίζουν την άσκηση της φαρμακευτικής στην Κύπρο, θέλουν νοικοκύρεμα και γράψιμο ξανά από την αρχή αφού ο αποικιοκρατικός νόμος (Περι Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Κεφ.254) υπόκειται μεν σε τακτικές εναρμονιστικές, με την Ευρωπαϊκή ννομοθεσία, τροποποιήσεις και προσαρμογές, έχει όμως ένα σωρό μη ενεργές πρόνοιες και διατηρεί ένα απηρχαιωμένο μοντέλο ρύθμισης του επαγγέλματος με την λογική των Συμβουλίων.
Η ρύθμιση του φαρμακευτικού επαγγέλματος γίνεται από το Συμβούλιο Φαρμακευτικής αποτελούμενο από 4 φαρμακοποιούς του ιδιωτικού τομέα και 3 του δημόσιου να ρυθμίζει από διανυκτερεύσεις, θερινές άδειες, άδειες ασκήσεως επαγγέλματος και επιθεωρήσεις. Αυτό το μοντέλο είναι ξεπερασμένο, και πρέπει οι αλλαγές να αρχίσουν από εκεί. Ελπίζω ότι με την εφαρμογή του σχεδίου προσαρμογής αναγκών που ετοιμάζεται από το υπουργείο Υγείας (capacity planning), και την εφαρμογή της προτεινόμενης νομοθεσίας για τα ποιοτικά πρότυπα στην παροχή υπηρεσιών φροντίδας υγείας, θα εκσυγχρονιστεί το ισχύον πλαίσιο ρύθμισης του επαγγέλματος».
Για το μοντέλο που σήμερα ακολουθείται, με τη λειτουργία των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών οι οποίες υπάγονται στο υπουργείο Υγείας, ο κ. Πέτρου ανέφερε ότι το μοντέλο αυτό «δεν είναι καθόλου λειτουργικό». Όπως είπε χαρακτηριστικά, «δεν είναι καθόλου λειτουργικό το κράτος να ρυθμίζει τα φάρμακα, τα φαρμακεία και τους φαρμακοποιούς, αλλά και να ασχολείται ακόμα με εγκρίσεις ονομαστικών αιτημάτων από ασθενείς, μέσω μιας και μοναδικής Υπηρεσίας (Φαρμακευτικές Υπηρεσίες). Σε ένα γενικότερο σύγχρονο και λειτουργικό πλαίσιο αποκέντρωσης εξουσιών και ομαδοποίησης αρμοδιοτήτων, αυτό θα πρέπει να διαχωριστεί, αυτό εξάλλου απαιτεί και η αναδιοργάνωση του τομέα της Υγείας στην χώρα μας».
Υπάρχουν πρακτικές δοκιμασμένες σε άλλα κράτη
Ο δρ Χρίστος Πέτρου τόνισε ακόμη: «Να σας αναφέρω δυο μόνο παραδείγματα, έχοντας πάντα κατά νου ότι, όπως επιβεβαιώνεται από σωρεία μελετών, ο φαρμακοποιός είναι ο πιο εύκολα και άμεσα προσβάσιμος επαγγελματίας υγείας. Μια από τις υπηρεσίες που προτείνεται είναι η «Υπηρεσία Ανασκόπησης Χρήσης Φαρμάκων (Medicines Use Review- MUR).
Το MUR είναι μια προγραμματισμένη και δομημένη διαβούλευση πρόσωπο με πρόσωπο μεταξύ ενός φαρμακοποιού και ενός ασθενή για να συζητήσουν τα φάρμακά του ασθενή, συνταγογραφούμενα και μη. Η ανασκόπηση επικεντρώνεται στο να βοηθήσει στην αύξηση της γνώσης και της κατανόησης των φαρμάκων από τους ασθενείς, συμπεριλαμβανομένου του πώς και γιατί πρέπει να λαμβάνονται. Παρέχει επίσης την ευκαιρία να επισημανθούν τυχόν ζητήματα ανεπιθύμητων ενεργειών ή άλλα προβλήματα που σχετίζονται με το φάρμακο και να προτείνονται λύσεις, εάν χρειάζεται.
Η υπηρεσία Ανασκόπησης Χρήσης Φαρμάκων, στοχεύει να βοηθήσει τους ασθενείς να χρησιμοποιούν τα φάρμακά τους πιο αποτελεσματικά και ορθολογικά. Η ανασκόπηση μπορεί να οδηγήσει σε συστάσεις στους συνταγογράφους που να σχετίζονται με την χρήση ή με τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας της θεραπείας. Ένας ουσιαστικός στόχος αυτής της δράσης είναι να απαντάται σε κάθε περίπτωση το ερώτημα αν τελικά είναι χρήσιμα όλα τα φάρμακα ή στην ίδια ποσότητα που αναγράφονται στις επαναλαμβανόμενες συνταγές των χρόνιων ασθενών, μειώνοντας την σπατάλη. Σε χώρες που εφαρμόζεται η συγκεκριμένη υπηρεσία έχει τεκμηριωμένα βοηθήσει στον έλεγχο της συνταγογράφησης».
Μια άλλη υπηρεσία που παρέχεται στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι η υπηρεσία: «Discharge medicines service». «Η υπηρεσία έχει δημιουργηθεί για να διασφαλίζει την καλύτερη επικοινωνία των αλλαγών στη φαρμακευτική αγωγή ενός ασθενούς όταν φεύγει από το νοσοκομείο και να μειώνει ανεπιθύμητα γεγονότα ή ανεπιθύμητες ενέργειες φαρμάκων, που μπορούν να αποφευχθούν με κατάλληλη συμβουλευτική και παρακολούθηση. Παραπέμποντας ασθενείς στο φαρμακείο μετά το εξιτήριο και παρέχοντας πληροφορίες για τις αλλαγές στη φαρμακευτική αγωγή που έγιναν στο νοσοκομείο, το φαρμακείο μπορεί να υποστηρίξει τους ασθενείς να βελτιώσουν τα αποτελέσματα, να αποτρέψουν βλάβη και να μειώσουν τις επανεισαγωγές. Οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν υπολογίσει ότι μέσω αυτής της υπηρεσίας έχουν αποφύγει έως και 22.000 επανεισαγωγές στα νοσοκομεία, τονίζοντας την αξία του φαρμακοποιού της κοινότητας».
Τα σύγχρονα πρότυπα φαρμακευτικής εκπαίδευσης, πρόσθεσε ο κ. Πέτρου, «απαιτούν ακριβώς την εκπαίδευση των μελλοντικών επαγγελματιών ώστε να ανταποκριθούν σε αυτές τις σύγχρονες ανάγκες. Υπάρχει τεχνογνωσία στην Κύπρο για να προσαρμοστεί η φαρμακευτική στα νέα πρότυπα. Χαρακτηριστικά να σας πω ότι η Παγκόσμια Ομοσπονδία Φαρμακευτικής αναγνωρίζει το πρόγραμμα φαρμακευτικής του πανεπιστημίου Λευκωσίας ως κέντρο αναφοράς για την πρωτοβάθμια φαρμακευτική φροντίδα. Φτάνει το κράτος και τα αρμόδια επαγγελματικά σώματα να είναι δεκτικά σε αλλαγές και να δείχνουν την ανάλογη βούληση για προσαρμογή σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Όλοι υπεύθυνοι πρέπει να είναι έτοιμοι να προχωρήσουν τις αλλαγές ενώ εξαιρετικής σημασίας είναι η συμμετοχή των φαρμακοποιών της κοινότητας σε μοντέλα συνεργατικής φροντίδας και στην ανάδειξη της αξίας της διεπαγγελματικής συνεργασίας».
Καταλήγοντας ο κ. Πέτρου έκανε αναφορά στις σύγχρονες προκλήσεις αλλά και στους στόχους των επιστημόνων της φαρμακευτικής διεθνώς. «Οι στόχοι της Διεθνούς Ομοσπονδίας Φαρμακευτικής αφορούν τόσο στην εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού των φαρμακείων όσο και την φαρμακευτική πρακτική και την επιστήμη. Οι στόχοι για την εξέλιξη του φαρμακείου συνοψίζονται στους τομείς της εξειδίκευσης στα φάρμακα, της φροντίδας με επίκεντρο τον άνθρωπο και τον ασθενή, την αντιμετώπιση των ανισοτήτων στην υγεία, στις μεταδοτικές ασθένειες, στης διαχείριση των αντιβιοτικών, την πρόσβαση σε φάρμακα, συσκευές και υπηρεσίες φαρμακείου, στην ασφάλεια του ασθενούς μέσα από τη φαρμακοεπαγρύπνηση, την ψηφιακή υγεία (mHealth) και τη βιωσιμότητα του φαρμακείου. Επίσης πρέπει να αναδειχθούν τα φαρμακεία ως κόμβοι επιστημονικής πληροφόρησης (φάρμακα, συμμόρφωση στη θεραπεία, υγεία, ασφάλεια) και να συμμετάσχουν σε εθνικά σχέδια δράσης για την αντιμετώπιση της μικροβιακής αντίστασης καθώς και εφαρμογή σχεδίων ελαχιστοποίησης του κινδύνου που προκύπτει τους όρους αδειών των φαρμακευτικών προϊόντων».
Πηγή: Φιλελεύθερος